Πού βρίσκει χρώματα κι ανθεί;

Έτσι που ριζοβόλησε πάνω στην πέτρα φαίνεται πως έγινε πέτρα κι εκείνη. Είναι μια ταπεινή χαρουπιά φυτρωμένη στη «σκισμάδα του βράχου»  κατά πως λέει κι ο ποιητής της Ρωμιοσύνης για τα κυκλάμινά του.

Κατέβηκαν οι ρίζες πιο βαθιά, κατάφεραν να ραγίσουν τον βράχο, ρούφηξαν τη ζωή μέσα από το μεδούλι της πέτρας, χόρτασαν ήλιο τα φύλλα. Δέντρο φιλιωμένο με την Κρήτη, σάρκα από τη σάρκα της, πηγή πλούτου σε άλλους καιρούς τότε που τα χαρούπια έφερναν ελπίδα και εισόδημα στους ξωμάχους. Ήταν τότε που πρασίνιζαν οι χαλέπες κι οι ξέρες, που κάθε γωνιά ήταν και μια μαρτυρία του αγώνα για την επιβίωση.

Θυμάμαι πάλι τον ποιητή με το κυκλάμινό του. Το έκανε λιανοτράγουδο για να μας πει πως έτσι είναι κι ο Έλληνας. Ριζώνει «στου βράχου τη σκισμάδα» μα καταφέρνει πάντα να βρίσκει χρώματα ν' ανθεί και μίσχο να σαλεύει.

Κι αν ρωτήσει κανείς πώς γίνεται τούτο το θαύμα, η ποίηση θα κληθεί να δώσει απάντηση:

Μέσα στο βράχο σύναξα

το γαίμα στάλα-στάλα

μαντήλι ρόδινο έπλεξα

κι ήλιο μαζεύω τώρα.

ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ