Το Πάσχα του καλοκαιριού: Οι ελληνικοί επιτάφιοι του Δεκαπενταύγουστου
Το Πάσχα του καλοκαιριού
Οι ελληνικοί επιτάφιοι του Δεκαπενταύγουστου
Κείμενο – φωτογραφίες: Έφη Ψιλάκη
(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Explore Nature της εφημερίδας ΕΘΝΟΣ, τ. 16, Ιούλιος 2009)
Οι εθνολόγοι λένε πως στη λατρεία του Δεκαπενταύγουστου διασώζονται στοιχεία αρχαίων λατρευτικών παραδόσεων. Καθόλου παράξενο αφού η Παναγιά, η Θεοτόκος της χριστιανικής θρησκείας, μεταφέρει ένα μεγάλο μέρος από την ακατάλυτη σχέση των αρχαίων λατρευτών με τη Μεγάλη Μητέρα.
Ακόμη και στα προϊστορικά χρόνια οι άνθρωποι ήξεραν να τιμούν τη μητρότητα και να αναγνωρίζουν τη Μητέρα άλλοτε ως κυρίαρχη και άλλοτε ως ισότιμη θεότητα. Δίπλα της ένας νεαρός θεός που συνήθως πεθαίνει νέος και αναστήνεται.
Η Μαρία της χριστιανικής θρησκείας είναι αγαπημένο θείο πρόσωπο. Τι και αν χρειάστηκαν αιώνες μέχρι να πάρει την οριστική της θέση στον καθαγιασμένο κύκλο της Εκκλησίας; Οι Έλληνες ξέρουν να την τιμούν με ξεχωριστή λαμπρότητα. Να μιλούν για τα νησιά της Παναγιάς και για το Πάσχα του Καλοκαιριού, να χαρακτηρίζουν το Άγιο Όρος ως «περιβόλι της Παναγιάς».
Τα εθνικά προσκυνήματα
των Ελλήνων
Οι ναοί της Παναγιάς είναι σήμερα εθνικά προσκυνήματα των Ελλήνων. Η Παναγιά της Τήνου, η Παναγιά Σουμελά των Ποντίων, η Σπηλιανή της Νισύρου, η Μεγαλόχαρη της Σιάτιστας, η Εκατονταπυλιανή της Πάρου, οι καταγάλανες Παναγιές της Σαντορίνης, η Καλυβιανή της Κρήτης, η Αγκάραθος, η Χρυσοσκαλίτισσα. Ονομαστή είναι η Φιδούσα της Κεφαλονιάς όπου λέγεται ότι κάθε χρόνο στις 6 Αυγούστου εμφανίζονται τα φιδάκια της Παναγιάς τα οποία παραμένουν στην περιοχή μέχρι και τη μέρα της γιορτής της. Δεν είναι όλες οι εκκλησίες της Παναγιάς αφιερωμένες στην Κοίμηση. Σε όλα τα φημισμένα προσκυνήματα, όμως, η «μετάσταση της Θεοτόκου» τιμάται με ιδιαίτερη λαμπρότητα.
Χιλιάδες ναοί σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, σε κάθε νησί, συνθέτουν ένα καθαγιαστικό δίκτυο λατρείας. Εγκώμια, επιτάφιοι, ανθοστόλιστες εικόνες αποτελούν τα πιο χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γιορτής. Παρά το ότι τιμάται ο θάνατος της Μεγάλης Μητέρας, το κλίμα είναι εορταστικό. Το ίδιο βράδυ αρχίζει το πανηγύρι. Χοροί και ξεφάντωμα στην Ήπειρο, στη Ρούμελη, στις Κυκλάδες, στην Κρήτη. Πώς αλλιώς θα γιορταζόταν στην Ελλάδα το Πάσχα του καλοκαιριού;
Με ξεχωριστό τρόπο γιορτάζεται ο Δεκαπενταύγουστος και στη Σιάτιστα της Δυτικής Μακεδονίας όπου επιβιώνει το έθιμο των καβαλάρηδων. Ανήμερα της μεγάλης γιορτής και από πολύ νωρίς το πρωί ξεκινά ο καλλωπισμός των αλόγων με κάθε λογής στολίδια. Λουλούδια, χαϊμαλιά, κορδόνια, κουδούνια και πολύχρωμες κορδέλες αποτελούν μερικά μόνο από τα στολίδια που απαρτίζουν τη μεγαλόπρεπη φορεσιά των αλόγων. Στη συνέχεια οι καβαλάρηδες ξεκινούν για το μοναστήρι της Παναγιάς όπου θα προσκυνήσουν την εικόνα και θα παρακολουθήσουν τη Θεία Λειτουργία και έπειτα θα πάρουν το δρόμο της επιστροφής.
Στην πολύτιμη μελέτη του για τις αιματηρές θυσίες στη νεότερη Ελλάδα ο Γιώργος Αικατερινίδης καταγράφει πάμπολλες περιπτώσεις ζωοθυσιών που τελούνται αυτή την περίοδο σε όλη την Ελλάδα. Βέβαια οι περισσότερες από αυτές έχουν πια ατονήσει. Ωστόσο δεν μπορούμε παρά να αναφερθούμε στο μοσχάρι που θυσιαζόταν στη Λήμνο, στη Θράκη, ακόμα και σε περιοχές όπου δεν υπάρχει πια ελληνικό στοιχείο. Στην Ίμβρο θυσίαζαν κάποτε 12 βόδια, στην Κύμη 10 ως 15 και τα έβραζαν σε 101 καζάνια.
Ο επιτάφιος της Παναγιάς
Εντυπωσιακές ιερές πομπές με αναμμένα κεριά, άνθη που μοσχοβολούν, θυμιάματα και τον επιτάφιο της Παναγίας χαρακτηρίζουν τα έθιμα του ελληνικού Δεκαπενταύγουστου. Το έθιμο του επιταφίου της Θεοτόκου φαίνεται να προέρχεται από τα Ιεροσόλυμα, από τον ιερό τόπο της χριστιανικής θρησκείας. Καθώς οι ιερές παραδόσεις ήθελαν την Παναγία να έχει ζήσει στην περιοχή της Γεσθημανής, οι πιστοί τιμούσαν με ξεχωριστό τρόπο τη μετάστασή της βλέποντας σε αυτήν τη συνάντηση της μάνας με το γιο. Τον Επιτάφιο τον ήξεραν ήδη από την τελετουργία των Παθών και της Μεγάλης Παρασκευής. Ήξεραν και τα εγκώμια. Δεν ήταν δύσκολο, λοιπόν, να μεταφέρουν στοιχεία από τον λατρευτικό κύκλο του Πάσχα στα εκκλησιαστικά έθιμα του Δεκαπενταύγουστου. Βέβαια ο επιτάφιος της Παναγίας δεν δημιουργεί το ίδιο πένθιμο και φορτισμένο σκηνικό με αυτό του επιταφίου της Μεγάλης Παρασκευής. Το λατρευτικό περιβάλλον δεν χαρακτηρίζεται από το θρήνο και τη θλίψη. Δεν πεθαίνει ο νέος σε ηλικία Θεάνθρωπος αλλά η μητέρα του που, σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του λαού μας, έχει ζήσει αρκετά και έχει γνωρίσει χαρές και λύπες όπως όλοι οι άνθρωποι. Σύμφωνα με τα συναξάρια, η Παναγία βιώνει έναν ήρεμο και αναμενόμενο θάνατο, ένα θάνατο που ουσιαστικά αποτελεί μετάσταση προς τη ζωή.
Από τα Ιεροσόλυμα το έθιμο διαδόθηκε σε διάφορες περιοχές του ελληνικού χώρου, με πρώτους σταθμούς τα Δωδεκάνησα, την Κύπρο και την Κρήτη. Και από εκεί στην Ηπειρωτική Ελλάδα, ακόμη και στις ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού. Δεν ξέρουμε, βέβαια, πότε είχε αρχίσει να παρατηρείται αυτή η διασπορά στον ελληνικό χώρο. Απλώς μπορούμε να συμπεράνουμε πως η τελετουργία άρεσε στους πιστούς, δεν ήταν κάτι καινούριο. Δημιουργούσε κατάνυξη. Και η περιφορά γύρω από τους ναούς ή στους δρόμους των χωριών δημιουργούσε όμορφες εικόνες, αυτές τις εικόνες που επαναλαμβάνονται κάθε χρόνο, ίσως με αυξανόμενη συμμετοχή του κόσμου. Από τη δεύτερη πεντηκονταετία του 20ου αιώνα η εξάπλωση είναι τόσο μεγάλη που θα έλεγε κανείς ότι κοντεύει να προσλάβει καθολικές διαστάσεις.
Παρακολουθήσαμε τα τελευταία χρόνια δυο περιφορές επιταφίων του Δεκαπενταύγουστου, στις Αρχάνες και στην Παναγιά την Καλυβιανή της Κρήτης. Και στις δυο το κλίμα είναι εντυπωσιακά κατανυκτικό.
Ο στολισμός
Δεν μπορούμε να πούμε ότι ο στολισμός του επιταφίου της Παναγίας είναι ανάλογος με το στολισμό του επιταφίου της Μεγάλης Παρασκευής, τουλάχιστον όσον αφορά στη συμμετοχή των πιστών. Κάμποσες γυναίκες, ακόμα και άντρες επίτροποι των ναών, φροντίζουν να φέρουν άνθη του καλοκαιριού από την παραμονή της μεγάλης γιορτής. Τοποθετούν τον επιτάφιο στο κέντρο της εκκλησίας και πριν από το μεσημέρι αρχίζει ο στολισμός. Το απόγευμα είναι όλα έτοιμα και ο ιερέας βάζει μέσα στο ξύλινο κουβούκλιο μια μακρόστενη εικόνα της Κοίμησης. Δεν φαίνεται να υπάρχει καθιερωμένος εικονογραφικός τύπος γι’ αυτήν την τελετουργία. Κυριαρχεί, όμως, η μορφή της κεκοιμημένης Παναγιάς. Γύρω από τη μορφή της διαβάζουμε συνήθως: «Εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξες, εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε». Είναι τα λόγια που θα ακουστούν πολλές φορές στον εσπερινό και ανήμερα της γιορτής.
Στην μονή της Καλυβιανής ο στολισμός του επιταφίου σημαίνει «συναγερμό» ανάμεσα στις καλόγριες. Εργάζονται πολλές ώρες διαλέγοντας κάθε λουλούδι και δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο να ακούσει κανείς ύμνους και εγκώμια εκείνη την ώρα. Δεν παραλείπουν να στολίσουν και τις εικόνες της Κοίμησης, μια μεγάλη του τέμπλου και μερικές μικρότερες, ακόμη και μια κορνιζωμένη φωτογραφία μιας εικόνας που τώρα και λίγα χρόνια κλάπηκε από το μοναστήρι.
Τα εγκώμια: Η ωραία κάλλει,
παρά πάντας βροτούς
Όπως συμβαίνει με τον επιτάφιο της Παναγιάς, έτσι και με τα εγκώμια. Είναι επηρεασμένα από εκείνα της Μεγάλης Παρασκευής, ή μάλλον αποτελούν τροποποιήσεις τους. Εξυμνούν, εγκωμιάζουν αλλά και θρηνούν για τη «μεταστάσα Θεοτόκο». Τα ψάλλουν την παραμονή της γιορτής μέσα στους ιερούς ναούς, ή ακόμη και έξω απ’ αυτούς, σε υπαίθριους χώρους, όπου η δροσιά είναι περισσότερη. Υπάρχουν πολλά παλιά χειρόγραφα με τα εγκώμια της Θεοτόκου αλλά τα τελευταία χρόνια τείνει να καθιερωθεί ένας κοινός πανελλήνιος τύπος που κυκλοφορεί ακόμα και σε φωτοτυπημένα φυλλάδια.
Σχηματίζονται δυο ομάδες, ανάλογα με τις συνήθειες του κάθε τόπου, και σταματούν δίπλα στον στολισμένο επιτάφιο. Αλλά και σε ναούς χωρίς επιτάφιο μπορεί να τα ακούσει κανείς. Η Παναγιά υπέστη τον θάνατο «κατά τον νόμο των βροτών», των θνητών, αλλά ήδη οδεύει και πάλι προς τη ζωή. Κατ’ αναλογία προς τα εγκώμια του Χριστού, εξυμνείται το φυσικό και το πνευματικό κάλλος της Παναγιάς και τονίζεται η συνεισφορά της στους ανθρώπους, αφού εκείνη γέννησε τον Ιησού. Λίγοι στίχοι από αυτούς που ακούγονται κάθε χρόνο στις εκκλησιές είναι αρκετοί για να κατανοήσουμε το λατρευτικό περιβάλλον και το κλίμα που δημιουργούν.
Η ζωή εν τάφω κατετέθης, Αγνή
και Αγγέλων στρατιαί εξεπλήττοντο,
την μετάστασιν δοξάζουσαι την σην.
Η ζωή πώς θνήσκεις, πώς και τάφω οικείς,
πώς και θάνατον υπέστης Πανάμωμε,
τον αθάνατον γεννήσασα Χριστόν.
Μεγαλύνομέν Σε την Μητέρα Θεού,
και τιμώμεν την αγίαν Σου κοίμησιν,
ην υπέστης κατά νόμον των βροτών.
Η ωραία κάλλει, παρά πάντας βροτούς,
η την φύσιν του παντός ωραΐσασα,
τω Σω Τόκω πώς κηδεύει ως νεκρά.
Η ιερή νυχτερινή πορεία
Εκατοντάδες άνθρωποι με αναμμένα κεράκια ξεκινούν την ώρα που αρχίζει να σουρουπώνει την ιερή πορεία στους δρόμους των χωριών και γύρω από τους ναούς των ελληνικών μοναστηριών. Ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι το θέαμα στο νησί της Αποκάλυψης, την Πάτμο, όπου η λιτάνευση γίνεται στην πόλη με τη συμμετοχή πλήθους κόσμου. Προηγούνται τα εξαπτέρυγα και τα ιερά σύμβολα, ακολουθεί ο στολισμένος επιτάφιος, οι ιερείς και ο κόσμος. Στα περισσότερα ελληνικά νησιά έχει καθιερωθεί πλέον αυτή η ιερή πορεία, η λιτάνευση και ο επίσημος εορτασμός της μεγάλης γιορτής.
Μπορεί να απουσιάζει από την περιφορά του επιταφίου της Παναγίας το θρηνητικό κλίμα που χαρακτηρίζει τον επιτάφιο της Μεγάλης Παρασκευής, αλλά φαίνεται πως όλο και περισσότερο η ψυχολογία του Έλληνα οδηγεί σε μια δεύτερη «χαρμολύπη». Αιτία είναι ίσως η ανάγκη για απόδοση τιμής στη Μητέρα, η ταύτιση της Θεοτόκου με την κάθε Ελληνίδα μάνα.
Στο ίδιο μοναστήρι ο επιτάφιος επιστρέφει αργά το βράδυ στη θέση του μπροστά στην ωραία πύλη, έρχονται συνεχώς πιστοί για προσκύνηση, αλλά η τελετουργία δεν τελειώνει εδώ. Την επόμενη μέρα γίνεται καινούργια λιτάνευση. Τέσσερις καλόγριες, από τις πιο νέες, σηκώνουν στα χέρια τους τον επιτάφιο και τον περιφέρουν τρεις φορές, μαζί με όλα τα ιερά σύμβολα, γύρω από τον ναό. Χιλιάδες πιστοί περιμένουν υπομονετικά κάτω από τον καυτό ήλιο του καλοκαιριού για να ζήσουν τη μεγαλοπρέπεια και την κατάνυξη, που θεωρούνται αυτονόητες επειδή το μοναστήρι αυτό είναι θρησκευτικό και λατρευτικό κέντρο μιας μεγάλης περιοχής, ολόκληρου του κάμπου της Μεσαράς.
Αργά αλλά σταθερά το Πάσχα του καλοκαιριού, ή Μικρό Πάσχα όπως το λένε σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, «δανείζεται» στοιχεία από την Ελληνική Λαμπρή. Σε πολλά προσκυνήματα, εκεί όπου γίνονται ακόμα κουρμπάνια, το φαγητό μοιράζεται στους πιστούς και ακολουθεί γλέντι, συνήθως με παραδοσιακή μουσική.
Η εικόνα της Κοίμησης
Στον καθιερωμένο εικονογραφικό τύπο της Κοίμησης η Θεοτόκος είναι ξαπλωμένη και πίσω της οι Απόστολοι, που έχουν έλθει «εκ περάτων», περιστοιχίζουν τον Χριστό. Εκείνος κρατά στα χέρια του ένα φασκιωμένο βρέφος με τη μορφή της Παναγιάς. Είναι η ψυχή της. Μπροστά από το φέρετρο εικονίζεται ένας έκπληκτος άνδρας. Τα χέρια του είναι κομμένα από τους καρπούς. Η ιερή παράδοση αναφέρει ότι ήθελε να «βεβηλώσει» το λείψανο της Θεοτόκου και ένας άγγελος κατέβηκε από τον ουρανό και του έκοψε τα χέρια. Η εικόνα είναι αφηγηματική στο έπακρο. Διηγείται μια ιερή ιστορία…
Σύμφωνα με το συναξάρι, όταν ήλθε η στιγμή να τελειώσει την επίγεια ζωή της η Παναγία, ο Χριστός της έστειλε τον άγγελό του τρεις μέρες νωρίτερα για να της το πει. Εκείνη συγκινημένη, καθώς θα συναντούσε και πάλι το παιδί της, πήγε στο Όρος των Ελαιών για να προσευχηθεί. Εκεί τα δέντρα έγειραν την κορυφή τους και την προσκύνησαν δείχνοντας έτσι το σεβασμό τους. Στη συνέχεια επέστρεψε στην οικία της, ετοίμασε όλα τα απαραίτητα για τον ενταφιασμό της και άναψε κεριά πολλά. Μοίρασε τα ρούχα της στους φτωχούς, ευχαρίστησε τον Θεό και κάλεσε συγγενείς και γείτονες για να παρευρίσκονται στο θάνατό της. Τους φανέρωσε τα λόγια που της είπε ο Άγγελος και, σαν απόδειξη των λόγων της, τους έδειξε ένα κλαδί φοίνικα που της είχε δώσει εκείνος.
Αν αφαιρέσουμε από αυτήν τη διήγηση τη δυνατότητα της Θεοτόκου να γνωρίζει την ώρα του θανάτου της καθώς και τα όσα πηγάζουν από αυτήν την ιδιαιτερότητα, το συναξάρι μεταφέρει γνωστές σκηνές, θα έλεγε κανείς ότι μεταφέρει εικόνες λαϊκού πολιτισμού τόσο οικείες στον ελληνικό λαό, όπως είναι η προθανάτια προσευχή και το μοίρασμα των ρούχων.
Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ημέρα από την εμφάνιση του αγγέλου οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε τόπους μακρινούς. Τότε ξαφνικά ένα μεγάλο σύννεφο τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος.